Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2015

ΓΙΑΝΝΗΣ ΓΑΪΤΗΣ - ΧΟΡΕΥΤΙΚΟ


Ο Γιάννης Γαΐτης (1923-1984) ήταν Έλληνας ζωγράφος, χαράκτης και γλύπτης. Είναι γνωστός για τα "Ανθρωπάκια" του, μορφές που δεν έχουν ατομικά χαρακτηριστικά και έχουν πανομοιότυπο ντύσιμο με ριγέ κοστούμι και καπέλο, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τη μαζοποίηση του σύγχρονου ανθρώπου.
 Ήταν το 1967 όταν παρουσίασε για πρώτη φορά αυτά τα "Ανθρωπάκια", το χαρακτηριστικό γνώρισμα του έργου του με το οποίο απασχολήθηκε και τις επόμενες δεκαετίες, κάνοντάς το ένα είδος και μέσο ειρωνείας και κοινωνικής κριτικής. Σταδιακά, από το 1975 οι σχηματοποιημένες μορφές πολλαπλασιάστηκαν και ενοποιήθηκαν με αποτέλεσμα τη δημιουργία ανθρώπινων τοπίων.

Στον πίνακά του «Χορευτικό», ζωγραφισμένος με λάδια σε μουσαμά το 1980, παρουσιάζεται ένα «ανθρωπάκι» του σε στιγμή χορού βαλς με την παρτενέρ του. 


Ο πίνακας είναι εμπνευσμένος από διονυσιακή σκηνή σε αγγείο του 4ου αιώνα π. Χ., που παρουσιάζει χορό προς τιμή του Απόλλωνα Καρνείου.


Λευκανικός ερυθρόμορφος ελικωτός κρατήρας. Ζωγράφος των Καρνείων. Διονυσιακή σκηνή και χορός για τον Απόλλωνα Κάρνειο. Περ. 410-400 π.Χ. Τάραντας, Museo Archeologico Nazionale

Τα Κάρνεια (μεγάλη γιορτή)  γίνονταν στη Σπάρτη, στο Άργος, στη Θήρα, στην Κω, στην Κυρήνη, στις Συρακούσες και αλλού.
 Τα Κάρνεια ήταν προδωρική γιορτή αφιερωμένη στον τοπικό θεό Κάρνειο ή Κάρνο Οικέτα. Είχε ονομαστεί Οικέτας επειδή το κέντρο της λατρείας του ήταν το σπίτι του μάντη Κριού και δε λατρευόταν σε κάποιο ναό. Όταν οι Δωριείς κυρίευσαν τη Σπάρτη με τη βοήθεια του Κάρνειου και του Κριού, ταύτισαν τον Κάρνειο με τον Απόλλωνα. 
Η γιορτή στη Σπάρτη γινόταν προς τιμή του Κάρνειου Aπόλλωνα με την πανσέληνο του Κάρνειου μήνα (τέλος Αυγούστου με αρχές Σεπτεμβρίου) κάθε τέσσερα χρόνια και διαρκούσε εννιά ημέρες.
 Τις ημέρες της γιορτής οι Σπαρτιάτες έστηναν ένα πρόχειρο "στρατόπεδο" με εννιά σκηνές (σκιάδες) που σε κάθε μία δειπνούσαν εννέα άνθρωποι, τρεις από κάθε φατρία (ομάδα συγγενών). Ζούσαν σαν σε στρατόπεδο και τα πάντα εκεί εκτελούνταν υποχρεωτικά με το πρόσταγμα της σάλπιγγας.
Κατά τη διάρκεια των Καρνείων απαγορεύονταν οι εχθροπραξίες και για τον λόγο αυτό οι Σπαρτιάτες δε συμμετείχαν στη Μάχη του Μαραθώνα. Όταν τελείωσαν τα Κάρνεια, έστειλαν στρατεύματα για βοήθεια, αλλά τότε η μάχη είχε τελειώσει.
Κάθε τέταρτο χρόνο από τους άγαμους άνδρες εκλέγονταν πέντε από κάθε φυλή, οι οποίοι ονομάζονταν Καρνεάτες και είχαν την όλη επιμέλεια της γιορτής. Την επιμέλεια των θυσιών είχε ο ιερέας, ο οποίος ονομαζόταν αγητής. Η ημέρα των θυσιών ονομαζόταν Αγητόρια.
Iδιαίτερο χαρακτηριστικό των σπαρτιατικών Καρνείων ήταν ο αγώνας των σταφυλοδρόμων. Στον αγώνα αυτόν ένας από τους Καρνεάτες με μια ταινία στα μαλλιά έτρεχε ευχόμενος αγαθά για την πόλη. Οι υπόλοιποι τον καταδίωκαν κρατώντας μεγάλα τσαμπιά σταφύλια για να δυσκολεύονται στο τρέξιμο. Τη σύλληψη του νέου τη θεωρούσαν καλό οιωνό για την πόλη ενώ αντίθετα τη μη σύλληψή του τη θεωρούσαν κακό οιωνό.
Οι δούλοι συνήθιζαν να θυσιάζουν προς τιμή του Απόλλωνα στη γιορτή των Καρνείων ένα κριάρι, το οποίο έτρεφαν ειδικά γι' αυτόν τον σκοπό.
Στα Κάρνεια γίνονταν και μουσικοί αγώνες, στους οποίους είχε νικήσει και ο Λέσβιος ποιητής Τέρπανδρος.


Στο ίδιο στιλ είναι ζωγραφισμένος και άλλος πίνακας του Γαΐτη με τίτλο "Το Τανγκό" 


Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 2015

ΘΕΟΦΙΛΟΣ - Ο ΧΟΡΟΣ ΤΩΝ ΜΕΓΑΡΩΝ (ΤΡΑΤΑ)



Ο Θεόφιλος Χατζημιχαήλ, γνωστός απλά ως Θεόφιλος, (Βαρειά Λέσβου, μεταξύ του 1867 και 1870 – 1934) τον ενδιέφεραν τα θρησκευτικά θέματα και τα επεισόδια της αρχαίας και της σύγχρονης ιστορίας, οι αρχαίοι ήρωες και οι αγωνιστές του 1821, μορφές της παράδοσης και, ακόμη, σκηνές της καθημερινής ζωής και προσωπογραφίες. 
Τη δουλειά του Θεόφιλου μπορούμε να τη χωρίσουμε σε τρεις μεγάλες περιόδους, που ξεχωρίζουν αρκετά μεταξύ τους. 
Πρώτη είναι η περίοδος της Θεσσαλίας. όπου θα περάσει περί τα 30 χρόνια της ζωής του, και θα αφήσει πλήθος σημαντικών έργων του. Ζωγραφίζει σε καφενεία, ταβέρνες, χάνια, στο χωριό Μηλιές φιλοτεχνεί την εκκλησία της Αγίας Μαρίνας, αλλά και πολλά σπίτια, ελαιοτριβεία, φούρνους, μύλους κ.α. Στον Βόλο ζωγραφίζει και πλήθος επιγραφών στα προσφυγικά των εκδιωχθέντων από τη Μικρά Ασία. Δυστυχώς, πολλά από τα έργα του έχουν καταστραφεί είτε από σεισμούς και πυρκαγιές, είτε από κατεδαφίσεις και αμέλεια. 
Η εποχή της επανόδου του στη Μυτιλήνη αποτελεί τη δεύτερη περίοδο της ζωγραφικής του. ένα είδος δισταγμού μαζί κι επιμέλειας, που υπάρχει στα έργα του Βόλου, εξαφανίζεται εδώ για να δώσει τη θέση του σε μια χρωματική ευφορία, με πλήθος σπάνιους τόνους, λεπτότατους μα και συγχρόνως γεμάτους ευδαιμονία. Τα έργα αυτά επιζητούν λιγότερο το σχέδιο, μα ίσως στο βάθος να είναι πιο σχεδιασμένα. 
Η τρίτη περίοδός του είναι  ότι τα εντυπωσιακά και πολύτιμα χρώματα αρχίζουν να υποχωρούν κάπως, για να δώσουν τη θέση τους σε χρώματα πιο σωστά, πιο ζωγραφικά.



Στον πίνακά του «Ο χορός των Μεγάρων (Τράτα)», ζωγραφισμένος με καζεΐνη σε καμβά, το 1933, παρουσιάζει έναν παραδοσιακό χορό.


Ο χορός των Μεγάρων (Τράτα), 1933

Την τρίτη μέρα της εαρινής ισημερίας έστηναν τον χορό «Ορμό» οι αρχαίοι Μεγαρείς. Την τρίτη μέρα του Πάσχα οι τωρινοί. Στον προαύλιο χώρο του Αη - Γιάννη του Γαλαίου, του επονομαζόμενου «Χορευταρά», μέχρι σήμερα οι Μεγαρίτισες χορεύουν με τις περίτεχνες τοπικές φορεσιές τους και το απαράμιλλο κάλλος των αργών, υπερήφανων και σεμνών χορευτικών κινήσεων. Ο «Χορός της Τρίτης» λοιπόν έγινε «Χορός της Τράτας», από παραφθορά. Στο κέντρο του πίνακα στρωμένο το πασχαλινό τραπέζι και στο βάθος ο παραδοσιακός οβελίας και τα μουσικά όργανα δίνουν μια γιορτινή διάθεση στον πίνακα. 

Γάλλος διπλωμάτης στα 1878 αναφέρει πως «... Αυτός ο χορός, που τη ρίζα του πρέπει να αναζητήσουμε στην αρχαιότητα, έχει έναν χαρακτήρα χαριτωμένης αγνότητας και συνάμα μελαγχολικής και παρθενικής κομψότητας... Συνειδητοποιήσαμε λοιπόν ότι ο χορός είναι ένα θρησκευτικό σύμβολο ή καλύτερα θα λέγαμε μια λατρευτική τελετή». 
Γερμανός περιηγητής το 1861 αναφέρει τον χορό ως «Κύκλιο των Αρχαίων» ανακαλύπτοντας ομοιότητες με παράσταση που υπήρχε στην ασπίδα του Αχιλλέα. 
αναπαράσταση της ασπίδας του Αχιλλέα από τους Murray και Rylland. Στη μέση διακρίνεται ο χορός.

Πρόκειται πάντα για τον χορό Όρμο, χορό πεπλοφόρων παρθένων που χόρευαν προς τιμήν της θεάς Δήμητρας. Ο Λουκιανός τον περιγράφει ως κυκλικό χορό, του οποίου επικεφαλής ήταν ένας έφηβος που έσερνε τις κοπέλες που χόρευαν με κινήσεις χαριτωμένες και σοβαρές. Ο νεαρός χορευτής όμως επεδίδετο σε επιδέξιες φιγούρες, μιμούμενος πράξεις νεανικές και όσα υπόσχεται να κάνει μετά τον πόλεμο. Κάτι σαν τον πρωτοχορευτή στο τσάμικο. Η παρθένος που ακολουθεί δείχνει στις άλλες να χορεύουν κόσμια. Το σχήμα του χορού (όρμος = περιδέραιο = κύκλος), οι κόσμιες κινήσεις των κοριτσιών και οι επιδεκτικές του μπροστάρη εφήβου μάς οδηγούν στους σημερινούς «παραδοσιακούς» χορούς, όπως συρτό, καλαματιανό κ.ά.



Ο «Χορός της Τράτας» είναι ένας σημερινός χορός, μια γιορτή που έρχεται από παλιά και κατευθύνεται σεμνά και υπερήφανα σαν τις κινήσεις του στο αύριο.

Συρτός της τράτας «Το μικρό μου», Μέγαρα (Χοροστάσι 2014)

Πέμπτη 19 Νοεμβρίου 2015

Ν. ΧΑΤΖΗΚΥΡΙΑΚΟΣ - ΓΚΙΚΑΣ / ΠΑΝΣΕΛΗΝΟΣ Ή ΝΥΧΤΕΡΙΝΟ ΤΟΠΙΟ

Ο Νίκος Χατζηκυριάκος - Γκίκας, ξεφεύγει από τον ανθρωποκεντρισμό των υπόλοιπων καλλιτεχνών της «Γενιάς του '30», ασπάζεται τον κυβισμό (καλλιτεχνικό ρεύμα της ζωγραφικής και της γλυπτικής που παραπέμπει στην περιοχή της γεωμετρίας) και ζωγραφίζει, μετακυβιστικά στην ουσία, τοπία, εσωτερικά και νεκρές φύσεις με φως και χρώμα ελληνικό. Δέχθηκε ευρωπαϊκές επιρροές ως προς την τεχνοτροπία της ζωγραφικής του, όμως διακρίθηκε για την έντονη ελληνικότητα των θεμάτων του.
Δούλεψε στην Ύδρα διαμορφώνοντας το δικό του «στυλ» συνδυάζοντας μετακυβιστικά στοιχεία με στοιχεία ελληνικής φύσης και φωτός. Είναι ο κύριος εκπρόσωπος της ευρωπαϊκής εκφράσεως της γενιάς του με τον φωτοτροπικό εξελληνισμένο κυβισμό του.

Η ζωγραφική του χαρακτηρίστηκε «εξτρεμιστική» και ο πρίγκιπας Νικόλαος το 1927, είχε δηλώσει σ' έναν δημοσιογράφο, «...Είδα την έκθεσιν Γκίκα (Χατζηκυριάκου). Τι τρομερά πράγματα! Δεν είναι μήτε κυβισμός, μήτε φουτουρισμός, μήτε ιμπρεσιονισμός, μήτε σουρρεαλισμός, δεν ξεύρει κανείς τι είναι. Είναι Χατζηκυριακισμός»

Ειδικά για τον Χατζηκυρικάκο - Γκίκα, αξίζει να μελετηθεί η επίδραση στην τεχνοτροπία του τού ελληνικού φωτός η οποία εμφανώς τον διαφοροποίησε σε σχέση με τους κλασικούς κυβιστές. 
Όσο για το έργο του Πανσέληνος ή Νυχτερινό τοπίο μπορεί να θεωρηθεί ως μία από τις πιο χαρακτηριστικές του προσπάθειες στην εκμετάλλευση των κυβιστικών τύπων. Όλος ο χώρος, δηλαδή το τοπίο, δίνεται με μία τονισμένη ανοδική διάταξη μόνο με γεωμετρικά σχήματα, τετράγωνα, τρίγωνα, παραλληλόγραμμα, γωνίες σε διάφορες θέσεις και κατευθύνσεις, που ουσιαστικά οδηγούν στο μόνο καμπυλόμορφο θέμα, την πανσέληνο. Δοσμένο με συγκρατημένα και αρμονικά χρώματα, το σύνολο συνδυάζει γεωμετρική ασφάλεια και κλασική λιτότητα, χρωματική ευγένεια και ποιητικό χαρακτήρα.

Πανσέληνος ή Νυχτερινό Τοπίο, 1957

Κυριακή 15 Νοεμβρίου 2015

Ν. ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ - "Ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΔΙΗΓΕΙΤΑΙ ΣΤΟΝ ΟΜΗΡΟ"

Ο Εγγονόπουλος ανήκε στο κίνημα του υπερρεαλισμού, είτε με την ποιητική του ιδιότητα είτε σαν ζωγράφος. Εκφραζόταν με αυτόν τον τρόπο μέσα απο το έργο του: υπερρεαλιστικά. Και αυτό γιατί ίσως με αυτόν τον τρόπο δημιουργούσε μια άλλη πραγματικότητα. 
Τα αγαπημένα του χρώματα ήταν τα 3 βασικά: το κόκκινο, το κίτρινο και το μπλε όπως και τα παράγωγά τους. Χρησιμοποιούσε λάδια αλλά και αυγοτέμπερα.
Οι μορφές του εντυπωσιάζουν με το ιδιαίτερο «σμίλευμα» τους. Την πολύ λεπτή μέση και τα μεγάλα άνω και κάτω άκρα που «μιλάνε» με την κίνηση τους ή τη στατικότητα τους. 
Η φιγούρα ανδρείκελο, όπως την ονομάζουν λόγω του ότι δεν εξατομικεύει με χαρακτηριστικά αλλά και δεν αποκαλύπτει συναισθήματα, κάποιες φορές είναι ακέφαλη ή αντί για κεφάλι χρησιμοποιείται ένα συμβολικό αντικείμενο. 
Ο χώρος των συνθέσεων του θυμίζει έντονα θεατρική σκηνή, με αγαπημένο του μοτίβο ένα παράθυρο που ενώνει τον έξω με τον έσω χώρο. Τα κτίρια του στον χώρο έντονα, χωρίζονται από διαφόρων ειδών δάπεδα και τοίχους. Συνδιάζει τη γραμμική προοπτική με την προοπτική της βυζαντινής ζωγραφικής. Η ζωγραφική του είναι ανθρωποκεντρική και έντονα ελληνοκεντρική.
Τα θέματα του τα αντλεί απο τους 3 ένδοξους σταθμούς στο παρελθόν της Ελλάδας:
α) Το Βυζάντιο β) Η ελληνική Επανάσταση του 1821 απο τη σκλαβιά των Τούρκων και γ) Η ελληνική μυθολογία 

Ο Οδυσσέας διηγείται στον Όμηρο, 1957, λάδι σε μουσαμά

  • Σε ποια εποχή μας παραπέμπει ο παραπάνω πίνακας του Εγγονόπουλου;
  • Ποια στοιχεία μας κάνουν να καταλάβουμε τα πρόσωπα που εικονίζονται;
  • Πώς είναι τα χαρακτηριστικά των ανθρώπων; (έχουν τα στοιχεία του ζωγράφου;)
  • Είναι δυνατόν να διακρίνουμε τις εκφράσεις τους;
  • Τι χρώματα χρησιμοποιεί ο ζωγράφος;
  • Υπάρχει κάποιο στοιχείο του πίνακα που δε συμβαδίζει με την εποχή που σκιαγραφεί ο ζωγράφος;
  • Σε ποια πόλη διαδραματίζεται ο πίνακας;
 
Όμηρος

  • Τι γνωρίζετε για τον Όμηρο; πότε έζησε;
  • Ποιο έπος του Ομήρου θα συσχετίζατε με τον πίνακα του Εγγονόπουλου;
  • Ποια κατορθώματα θα διηγόταν ο Οδυσσέας; 
  • Πώς παρουσιάζεται ο Όμηρος στην προτομή και πώς στον πίνακα του Εγγονόπουλου;

ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΑ ΡΕΥΜΑΤΑ ΣΤΗ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ

Κάποια από τα καλλιτεχνικά ρεύματα είναι:

Ρομαντισμός: Καλλιτεχνικό ρεύμα που ξεκίνησε στη Γερμανία γύρω στο 1800.  Χαρακτηρίζεται από έργα που έχουν πλούσια χρώματα, αντιθετικά χρώματα και αδρές πινελιές που δεν ακολουθούν πιστά τα περιγράμματα. Αυτή η ελευθερία, σε συνδυασμό με τα γεμάτα κίνηση και ενέργεια θέματα, προκαλούν στον θεατή όμορφα συναισθήματα και του διεγείρουν τη φαντασία. Οι ζωγράφοι αντλούν τα θέματά τους από τη σύγχρονη εποχή και το περιβάλλον με μια ιδιαίτερη αγάπη για τα εξωτικά θέματα και για τους αγώνες των λαών για την ελευθερία. 
Τα έργα του Θεόδωρου Βρυζάκη αποτελούν αντιπροσωπευτικά δείγματα του ελληνικού ρομαντισμού στη ζωγραφική και αποτυπώνουν με νοσταλγικό τρόπο χαρακτηριστικές εικόνες από την ελληνική επανάσταση που μας θυμίζουν τα σχολικά μας βιβλία και τις σχολικές εορτές της 25ης Μαρτίου.

Βρυζάκης, Η έξοδος του Μεσολογγίου 1853
Ρεαλισμός: "Γεννήθηκε" στη Γαλλία γύρω στα 1840. Είναι η ζωγραφική της πραγματικότητας. Ζωγραφίζω αυτό που βλέπω, ότι είναι αληθινό. Τα έργα χαρακτηρίζονται από την έλλειψη καλλωπισμού, καθώς παρουσιάζουν το θέμα όπως πραγματικά είναι χωρίς να το ωραιοποιούν. Επίσης δίνουν θέση πρωταγωνιστή ακόμη και στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα, εμφανίζοντας με ειλικρίνεια τη σκληρή καθημερινότητά τους. Όμορφες φωτοσκιάσεις, ζωντανά χρώματα απλωμένα με αδρές πινελιές, πράγματα, ζώα και άνθρωποι ρεαλιστικά αποτυπωμένα. Ο Νικόλαος Γύζης αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ακαδημαϊκού ρεαλισμού του ύστερου 19ου αιώνα, του συντηρητικού εικαστικού κινήματος που είναι γνωστό ως «Σχολή του Μονάχου», τόσο σε ελληνικό όσο και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.

Ν. Γύζης, Αρραβωνιάσματα 1875
Ιμπρεσιονισμός: Αναπτύχθηκε γύρω στα 1870, στη Γαλλία και προέρχεται από τη λέξη “Impressionism” που σημαίνει “εντύπωση”. Χαρακτηρίζει την καμπή στη ζωγραφική και την μετάβαση από το αντικειμενικό στο υποκειμενικό. Ο καλλιτέχνης αποτυπώνει υποκειμενικά το θέμα, σύμφωνα με την εντύπωση που του προκαλεί εκείνη τη στιγμή. Κύρια χαρακτηριστικά του ιμπρεσιονισμού είναι τα ζωντανά χρώματα, κυρίως με χρήση των βασικών χρωμάτων, έμφαση στην αναπαράσταση του φωτός, μικρές και συχνά εμφανείς πινελιές, σπάνια χρήση του μαύρου χρώματος και για πρώτη φορά η ζωγραφική σε ανοιχτούς χώρους, γεγονός που ευνοήθηκε από την ανακάλυψη των προ-επεξεργασμένων χρωμάτων.
Ο Περικλής Πανταζής, γνωστός εκτός Ελλάδας ως Périclès Pantazis (Αθήνα, 13 Μαρτίου 1849 – Βρυξέλλες, 25 Ιανουαρίου 1884), ήταν ένας από τους πρώτους Έλληνες ιμπρεσιονιστές ζωγράφους, που καταξιώθηκε κυρίως στο Βέλγιο.
Προέκταση κατά κάποιο τρόπο του Ιμπρεσιονισμού ήταν και ο Μετα - ιμπρεσιονισμός.

Π. Πανταζής, Χιονισμένο Τοπίο

Συμβολισμός: Εμφανίστηκε γύρω στα 1885. Ο όρος προέρχεται από τη λέξη “σύμβολο”. Στα έργα αυτά κυριαρχεί η σύνθεση και η προσπάθεια της έκφρασης ιδεών μέσω σχημάτων. Μέσα από τα μάτια της ψυχής και της φαντασίας ζωγραφίζουν θέματα με συμβατικό χαρακτήρα. 
Ο Κωνσταντίνος Παρθένης, ο Κωνσταντίνος Μαλέας, ο Νικόλαος Λύτρας, γιος του Νικηφόρου Λύτρα και λίγο αργότερα ο Σπύρος Παπαλουκάς είναι κάποιοι από τους εκπροσώπους του συμβολισμού.
 
Λύτρας, Το ψάθινο καπέλο, 1923 - 26

Εξπρεσιονισμός: Καλλιτεχνικό κίνημα που αναπτύχτηκε το 1900. Ο όρος εξπρεσιονισμός προέρχεται από τον λατινικό όρο “expressio” που σημαίνει “έκφραση”. Πρόκειται για μια τέχνη που εκφράζει τις εσωτερικές αναζητήσεις και τις ψυχικές αγωνίες των καλλιτεχνών μέσα από έντονα χρώματα, επιθετικές φόρμες, περίπλοκες συνθέσεις και την παραμόρφωση του ανθρώπινου σώματος και του προσώπου. Υπάρχει πλήρης παρέμβαση του δημιουργού και είναι το ρεύμα που κυριαρχεί σήμερα στη ζωγραφική.
Ο μεγαλύτερος και πιο αυθεντικός Έλληνας εξπρεσιονιστής, Γιώργος Μπουζιάνης παίρνει το 1956 το βραβείο Γκουγκενχάιμ ενώ ο Γ. Γουναρόπουλος το 1958.
Το 1960 με την έκρηξη της αφαίρεσης στη διεθνή τέχνη (αφηρημένος εξπρεσιονισμός), πραγματοποιείται και η στροφή στην Ελλάδα. Η ζωγραφική του Γ. Σπυρόπουλου (βραβείο Unesco στην Μπιενάλε της Βενετίας) αποτελεί μια πρωτότυπη συνεισφορά της Ελλάδας στην ιστορία της αφηρημένης τέχνης.
 
Γ. Μπουζιάνης, Γυναίκα με ομπρέλα, 1935     
Υπερρεαλισμός ή Σουρεαλισμός: Γεννήθηκε γύρω στο 1920 στο Παρίσι ως αντίδραση στην καταστροφικότατα του Ντανταϊσμού (Καλλιτεχνικό κίνημα που εκφράζει το παράλογο, το φανταστικό, την επίθεση εναντίον κάθε κατεστημένου της εποχής. Έμπνευσή τους αποτελούσαν κατά κανόνα οι μηχανές και οι ανθρώπινες φιγούρες τους θύμιζαν περισσότερο ρομπότ). 
Ήταν ένα ευρύτερο καλλιτεχνικό και πολιτικό ρεύμα, σαν επαναστατικό κίνημα, με μια ευρύτερη αναθεώρηση των αξιών της ανθρώπινης ζωής με ιδρυτή τον ποιητή André Breton. Ονειρικές καταστάσεις ζωγραφισμένες με συμβατικό τρόπο. Πραγματικά και ρεαλιστικά στοιχεία συνυπάρχουν σε συνθέσεις που είναι πέρα από τη λογική και τη φαντασία.
Ο κυριότερος εκπρόσωπος του Σουρεαλισμού ή Υπερρεαλισμού στην Ελλάδα είναι ο Ν. Εγγονόπουλος.
 
Ν. Εγγονόπουλος, Ποιητής και Ήρωας, 1973
 

Πέμπτη 12 Νοεμβρίου 2015

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗΣ

Όπως και στη λογοτεχνία υπάρχουν διάφορα είδη (ποίηση, πεζογραφία κτλ), έτσι και στη ζωγραφική υπάρχουν διάφορες Σχολές που τα έργα της κάθε μιας, ξεχωρίζουν από τα έργα της άλλης. Μάλιστα δεν μπορούν να συγκριθούν μεταξύ τους. Είναι ανόμοια πράγματα με ιδιαίτερα εικαστικά χαρακτηριστικά και οι συγκρίσεις πρέπει να γίνονται μεταξύ πινάκων, ιδίων Σχολών.

Μεταβυζαντινή τέχνη - Κρητική Σχολή

Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης (1453), η βυζαντινή καλλιτεχνική παράδοση συνεχίζεται εκτός της οθωμανικής επικράτειας και κυρίως στη βενετοκρατούμενη Κρήτη. Πολλοί αγιογράφοι κατέβηκαν τότε στην Κρήτη και ιδιαίτερα στον Χάνδακα (το σημερινό Ηράκλειο) και δημιούργησαν την Κρητική Σχολή, που συνδύαζε στοιχεία της βυζαντινής τέχνης με τεχνοτροπικά στοιχεία της Αναγέννησης. Κύριος εκπρόσωπος είναι ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος (El Greco).

El greco

 Επτανησιακή Σχολή

Μετά την κατάκτηση της Κρήτης από τους Τούρκους (1669), η στρατηγική και εμπορική σημασία των Ιονίων νήσων, που βρίσκονταν πάντα υπό την Ενετική κατοχή, αυξάνεται. Οι αλλαγές συνδέονται με την τεχνική της ελαιογραφίας σε καμβά, που αντικαθιστά τη βυζαντινή τεχνική της αυγοτέμπερας σε σανίδι. Ο Παναγιώτης Δοξαράς αποτέλεσε τον θεμελιωτή της Επτανησιακής Σχολής.

Π. Δοξαράς

 Σχολή του Μονάχου

Όμως το 1833, η άνοδος του Όθωνα, γιου του Λουδοβίκου Α' της Βαυαρίας, στον θρόνο του ελληνικού κράτους, θα στρέψει τους Έλληνες καλλιτέχνες στο Μόναχο. Έτσι δημιουργείται η Σχολή του Μονάχου ή αλλιώς ο Ακαδημαϊκός Ρεαλισμός και ξεκινά η διείσδυση των γερμανικών ρευμάτων στην Ελλάδα. Το έργο των καλλιτεχνών της Σχολής του Μονάχου διακρίνεται για την άριστη τεχνική στη χρήση του χρώματος σε βάρος της εκφραστικότητας. Από τους πρόδρομους της Σχολής του Μονάχου θεωρείται, ο Θεόδωρος Βρυζάκης, ο πρώτος ζωγράφος που σπούδασε στο Μόναχο.

Βρυζάκης
 Το 1862, με την έξωση του Όθωνα, τελειώνει η περίοδος της Βαυαροκρατίας στην Ελλάδα, ενώ στην τέχνη αρχίζει μια νέα εποχή με την είσοδο στο προσκήνιο της ελληνικής καλλιτεχνικής ζωής των μεγάλων εκπροσώπων της ώριμης Σχολής του Μονάχου, όπως ο Νικηφόρος Λύτρας, γενάρχης της νεοελληνικής ζωγραφικής, ο Κωνσταντίνος Βολανάκης, εισηγητής της τοπιογραφίας στην Ελλάδα, ο Νικόλαος Γύζης και ο Γεώργιος Ιακωβίδης, γνωστός για τις παιδικές σκηνές του. 


Στροφή στον ιμπρεσιονισμό
(θα μιλήσουμε σε άλλη ανάρτηση για τα καλλιτεχνικά ρεύματα).
 
Ενάντια στη Σχολή του Μονάχου θα σταθούν καλλιτέχνες που σπούδασαν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες και που προσελκύονται από τα παρισινά κινήματα. Ο Ιωάννης Αλταμούρας, θαλασσογράφος, μαθητής του Νικηφόρου Λύτρα, μελετά την ατμόσφαιρα και το φως με ιμπρεσιονιστική διάθεση. Το ίδιο βλέπουμε και στο έργο μαθητών του Γύζη, όπως του Συμεών Σαββίδη, που ζωγραφίζει οριενταλιστικές σκηνές, εμπνευσμένες από τα ταξίδια του, όπου αιχμαλωτίζει το φως και το πλούσιο χρώμα της Ανατολής.
Ο πιο αυθεντικός Έλληνας οριενταλιστής είναι ο Θεόδωρος Ράλλης όπου ερμηνεύει τα ελληνικά θέματα από τη σκοπιά ενός ζωγράφου της Γαλλικής Σχολής. Ο πλέον όμως Έλληνας ιμπρεσιονιστής είναι ο Περικλής Πανταζής που συνδυάζει προσωπογραφία και νεκρή φύση με σεζανική δομή και χρώμα που παραπέμπει σε Μανέ.
Στο τέλος του αιώνα οι περισσότεροι Έλληνες καλλιτέχνες αισθάνονται την ανάγκη να ανοίξουν την παλέτα τους και να ανανεώσουν τη ζωγραφική τους με την αύρα του Ιμπρεσιονισμού, ανεξάρτητα από την προέλευσή τους.
Ο 20ος αιώνας χαρακτηρίζεται από τη στροφή προς το Παρίσι, καλλιτεχνική πρωτεύουσα της Ευρώπης εκείνη την εποχή. Το ρεύμα του Συμβολισμού διαδίδεται σε ολόκληρη την Ευρώπη. 
Η ανανέωση στην τέχνη συμπίπτει με την ανανέωση της πολιτικής ζωής και την είσοδο στο προσκήνιο του μεγάλου Έλληνα πολιτικού Ελευθέριου Βενιζέλου. Εμφανίζονται οι πρώτες αίθουσες εκθέσεων. Ο άνεμος της ανανέωσης που φτάνει, πνέει από παντού. Με πρότυπο τα γαλλικά μεταϊμπρεσιονιστικά ρεύματα, ο Κωνσταντίνος Παρθένης, ο Κωνσταντίνος Μαλέας, ο Νικόλαος Λύτρας, γιος του Νικηφόρου Λύτρα και λίγο αργότερα ο Σπύρος Παπαλουκάς θα επιχειρήσουν και τελικά θα βρουν ένα χρωματικό ιδεόγραμμα του ελληνικού φωτός. Η ανανέωση προωθείται και από την Ομάδα Τέχνη με μέλη ζωγράφους και λόγιους κριτικούς. Τα έργα τους εντάσσονται στο πνεύμα του Μοντερνισμού.
 
Η Γενιά του ’30

Η Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 αποτελεί ορόσημο του Μεσοπολέμου για την Ελλάδα. Η τραυματική αυτή εμπειρία δημιούργησε την ανάγκη μιας εθνικής αυτοβεβαίωσης που εκφράστηκε με αποστροφή στη δύση και την επιστροφή προς την παράδοση. Το ώριμο έργο του Κωνσταντίνου Παρθένη μαρτυρεί αυτές τις αλλαγές.
Ο Μικρασιάτης Φώτης Κόντογλου απορρίπτει κάθε επαφή με τη δυτική τέχνη. Η διδασκαλία του μπορεί να θεωρηθεί ο σπόρος που θα γεννήσει την τέχνη των ζωγράφων που είναι γνωστοί ως «Γενιά του 30». 
Σε αντίθεση με τον Κόντογλου, ο φίλος του Σπύρος Παπαλουκάς προσεγγίζει την παράδοση μέσα από την εμπειρία της σύγχρονης τέχνης. Ο Γιάννης Τσαρούχης επίσης κατανοεί το αδιέξοδο της διδασκαλίας του Κόντογλου και ανοίγει έναν γόνιμο διάλογο με πολλές παραδόσεις, πάντα μέσα από τον προβληματισμό της σύγχρονης τέχνης, ιδιαίτερα του Ανρί Ματίς. Το δίδαγμα του Κόντογλου συμφιλιώνεται με τους κώδικες της μεταφυσικής ζωγραφικής στο έργο του Νίκου Εγγονόπουλου. Ο Νίκος Χατζηκυριάκος - Γκίκας, μαθητής του Παρθένη, ζωγραφίζει τοπία, εσωτερικά και νεκρές φύσεις σε ένα ύφος μετακυβιστικό, με φως και χρώμα ελληνικό.
 
 
Η δικτατορία του Ιωάννη Μεταξά (1936-1940) βρήκε διαμορφωμένο το ρεύμα της επιστροφής στην παράδοση και το υιοθέτησε, θεωρώντας ότι μπορούσε έτσι να εκφράσει την εθνικιστική ιδεολογία του καθεστώτος.
Μέσα σε αυτό το κλίμα η Γενιά του ’30 ανακαλύπτει την αξία της τέχνης λαϊκών καλλιτεχνών, όπως είναι ο ζωγράφος του Μακρυγιάννη και ο Θεόφιλος Χατζημιχαήλ.
 
Θεόφιλος
Οι ζωγράφοι της γενιάς του ’30 μετά τον πόλεμο, ωριμάζουν και αναπτύσσουν το έργο τους στα μεταπολεμικά χρόνια, όπου θα πορευτούν την «ιδιωτική τους οδό», που θα τους οδηγήσει σε προορισμούς τελείως διαφορετικούς.
Το 1949 ο μεγάλος εικαστικός Γιάννης Μόραλης μαζί με αρκετούς ακόμα έλληνες ζωγράφους της γενιάς των ‘30, μεταξύ των οποίων ο Νίκος Χατζηκυριάκος - Γκίκας, ο Γιάννης Τσαρούχης, ο Νίκος Νικολάου και ο Νίκος Εγγονόπουλος, ιδρύουν την καλλιτεχνική ομάδα «Αρμός» και έναν χρόνο μετά διοργανώνουν την πρώτη κοινή τους έκθεση στο Ζάππειο. 
 
Χατζηκυριάκος - Γκίκας
'50 και ’60

Στα μέσα της δεκαετίας του 1950 αρχίζει και πάλι η δραστηριότητα της καλλιτεχνικής ζωής, κυρίως με τη δημιουργία νέων αιθουσών τέχνης. Στην Ελλάδα και γενικά στον Νότο, ο Εξπρεσιονισμός σπανίζει.
Το 1960 με την έκρηξη της αφαίρεσης στη διεθνή τέχνη (αφηρημένος εξπρεσιονισμός), πραγματοποιείται και η στροφή στην Ελλάδα. Η ζωγραφική του Γ. Σπυρόπουλου (βραβείο Unesco στην Μπιενάλε της Βενετίας) αποτελεί μια πρωτότυπη συνεισφορά της Ελλάδας στην ιστορία της αφηρημένης τέχνης.
Xούντα - Μεταπολίτευση 

Το 1964 όμως η ανάπτυξη σε όλους τους τομείς του πολιτισμού ανακόπτεται με τη δικτατορία. Η λογοκρισία, η απόσυρση έργων από εκθέσεις, η δίωξη καλλιτεχνών φρενάρουν για λίγο τη δημιουργική πορεία.
Την αποκατάσταση της δημοκρατίας συνοδεύει η άνθηση της καλλιτεχνικής ζωής, η επιστροφή καλλιτεχνών, και η τόνωση της αγοράς. Πάνω από είκοσι γκαλερί λειτουργούν στην Αθήνα στα 1976, που διπλασιάζονται στα μέσα της δεκαετίας του ‘80, ενώ η δημοσιοποίηση ιδιωτικών συλλογών (Πινακοθήκη Πιερίδη, μουσείο Βορρέ, Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Γουλανδρή), το καθένα με τον δικό του χαρακτήρα συμβάλλουν στην καλλιτεχνική κινητικότητα της εποχής. 
 
Πολλοί σπουδαίοι καλλιτέχνες, χωρίς να κατατάσσονται αναγκαία σε κάποιο ρεύμα, αρχίζουν να γράφουν τις πρώτες σελίδες της σύγχρονης ζωγραφικής στην Ελλάδα. Κάποιοι από αυτούς, ο Δημήτρης Μυταράς, ένας από τους σημαντικούς και πιο παραγωγικούς ζωγράφους, ο Αλέκος Φασιανός με το ιδιαίτερο του στυλ και τις συνθέσεις που κυριαρχεί η μορφή του αξιωματικού, με τα φουσκωτά, κόκκινα μάγουλα, τα φανταχτερά σιρίτια στη στολή και το γελοιογραφικά υποβλητικό ύφος. Επίσης ο Γιάννης Γαΐτης με τα χαρακτηριστικά του «ανθρωπάκια», με τα οποίο καθιερώνεται διεθνώς, σύμβολα της αλλοτρίωσης και της μαζικοποίησης του σύγχρονου ανθρώπου, αλλά και κριτική στον καταναλωτισμό και στη σκοτεινή πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα του '60. Επίσης ο Χρόνης Μπότσογλου, συγκαταλέγεται στους σημαντικότερους ζωγράφους της ελληνικής μεταπολεμικής τέχνης.
 
 
Σήμερα σε αυτούς τους μεγάλους εικαστικούς έρχεται να προστεθεί και μια νέα φουρνιά πολύ αξιόλογων νέων ζωγράφων που αξίζει την προσοχή μας.

ΓΕΝΙΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Στην ελληνική τέχνη του 19ου και του 20ού αιώνα διαμορφώνονται οι εξής γενιές :

Ι. Η πρώτη είναι η γενιά των δημιουργών που έρχονται στον κόσμο τα τελευταία χρόνια του 18ου και τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα, δηλαδή μεταξύ 1790 - 1821. Πρόκειται για τους δημιουργούς που γεννήθηκαν την προεπαναστατική περίοδο και άρχισαν να παράγουν έργα μετά τη νικηφόρα εξέγερση του 1821.

ΙΙ. Η δεύτερη γενιά είναι αυτή της περιόδου 1822 - 1843, των χρόνων της Επανάστασης, του Καποδίστρια, της Αντιβασιλείας και της πρώτης περιόδου διακυβέρνησης του Όθωνα.

ΙΙΙ. Η τρίτη είναι η γενιά της περιόδου 1844 - 1862, δηλαδή των χρόνων της συνταγματικής μοναρχίας του Όθωνα, από την εξέγερση του 1843 έως την έξωση του Όθωνα.

IV. Η τέταρτη γενιά είναι αυτή της περιόδου 1863 - 1881, από τα πρώτα χρόνια του Γεώργιου Α' έως την προσάρτηση της Θεσσαλίας.

V. Η πέμπτη είναι αυτή της περιόδου 1882 - 1897, από την προσάρτηση της Θεσσαλίας έως την ατυχή περιπέτεια του 1897.

VI. Η έκτη γενιά καλύπτει τα χρόνια από την αποτυχία του 1897 έως την τραγωδία της Μικρασιατικής καταστροφής του 1922.

VII. Η έβδομη γενιά τοποθετείται στον Μεσοπόλεμο, από το 1923 έως το 1940.
VIII. Η όγδοη γενιά είναι αυτή της μεταπολεμικής περιόδου και ίσως θα μπορούσε να διαιρεθεί σε δύο ομάδες: 1941 - 1967 και 1968 - 2000, αλλά από την τελευταία πιθανώς να μην έχουμε ακόμη ολοκληρωμένες προσπάθειες.

Οι πρώτες αυτές γενιές συνδέονται ιδιαίτερα, για καθαρά ιστορικούς λόγους, με τον ακαδημαϊσμό και γενικά με το κλίμα της Σχολής του Μονάχου.
Καλλιτέχνες των μεταγενέστερων γενεών στρέφονται και προς άλλα κέντρα και ιδιαίτερα προς το Παρίσι, το οποίο μετά το 1860 θα γίνει εστία νέων κατευθύνσεων που θα επηρεάσουν την τέχνη σε όλο τον κόσμο, και στον τόπο μας φυσικά.

Η ελληνική τέχνη, με τους δημιουργούς της που έρχονται στον κόσμο τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, κατορθώνει να ξεπεράσει τις ξένες επιδράσεις και να περάσει σε νέους συνδυασμούς, με εξαιρετικά εκφραστικά αποτελέσματα. 

Χρησιμοποιώντας και αξιοποιώντας ελεύθερα τις ξένες κατακτήσεις, καταφέρνει να προχωρήσει μακρύτερα, όπως συμβαίνει με τον προσωπικό συνδυασμό φοβιστικών και κυβιστικών τύπων από τον Νίκο Χατζηκυριάκο - Γκίκα, από το Νίκο Εγγονόπουλο, με την επιβολή νέων χαρακτηριστικών στη λυρική αφαίρεση,  με την έκφραση της μαζικοποίησης και της αποξένωσης του ανθρώπου της εποχής μας από το Γιάννη Γαΐτη με τα “ανθρωπάκια” του μάρτυρες ενός κόσμου χωρίς ανθρώπινο πρόσωπο, ατομικά χαρακτηριστικά και ελεύθερη βούληση.

Η γενιά του Μεσοπολέμου, δηλαδή οι δημιουργοί μας που έχουν γεννηθεί τα χρόνια 1923 - 1940, έχουν δώσει και εξακολουθούν να δίνουν έργα που κινούνται σε όλες τις κατευθύνσεις, παραδοσιακές και πειραματικές, που διακρίνονται για τον χαρακτήρα και την τόλμη των διατυπώσεών τους, τον εκφραστικό πλούτο και τη ζωγραφική αλήθεια τους. 

Γόνιμο και από κάθε άποψη πλούσιο σε εκφραστικές προεκτάσεις είναι και το έργο των δημιουργών μας που γεννήθηκαν την περίοδο 1941 - 1967, στον βαθμό βέβαια που οι προσπάθειές τους μας είναι γνωστές. Οι καλλιτέχνες της γενιάς αυτής παράγουν έργα που κινούνται με εξαιρετικά δημιουργικό τρόπο σε όλες τις θεματογραφικές περιοχές και σε όλες τις στυλιστικές κατευθύνσεις της παγκόσμιας τέχνης.

Με βάση τη γενιά καταλαβαίνουμε καλύτερα τις θεματογραφικές τους κατευθύνσεις αλλά και τις στυλιστικές τους μεταβολές, που μπορεί να καθορίζονται τόσο από εσωτερικούς όσο και από εξωτερικούς λόγους εσωτερικούς, όπως είναι η βαθμιαία ωρίμαση του ύφους τους και η βελτίωση της τεχνικής τους, και εξωτερικούς, όπως οι μεταβολές των γενικών ιστορικών συνθηκών, των πολιτικών προϋποθέσεων, των κοινωνικών μετασχηματισμών, των ιδεολογικών προσανατολισμών, που επηρεάζουν με κάποιο τρόπο την καλλιτεχνική δημιουργία. 

Έτσι από τα θέματα της προσωπογραφίας και ιστορικών θεμάτων που απασχόλησαν κυρίως καλλιτέχνες της Επαναστατικής περιόδου του '21 θα περάσουμε σε άλλες θεματογραφικές περιοχές, επηρεασμένοι και από τις αναζητήσεις και το πνεύμα των δασκάλων τους, ιδιαίτερα της Σχολής του Μονάχου και άλλων καλλιτεχνικών κέντρων. 

Έτσι δεν είναι δύσκολο να διαπιστώσει κανείς ότι ο γενικός ιστορικός προσανατολισμός, μαζί με άλλες προϋποθέσεις, υποχρεώνει κατά κάποιο τρόπο τους δημιουργούς κάθε γενιάς να μεταβάλλουν τις αναζητήσεις τους και να μετατοπίζουν το κέντρο βάρους σε άλλες θεματογραφικές περιοχές, δίνοντας έμφαση σε διαφορετικές στυλιστικές αξίες, και αξιοποιώντας με νέο και προσωπικό τρόπο τις ξένες γνωριμίες

Τετάρτη 11 Νοεμβρίου 2015

Ο ΠΑΡΘΕΝΩΝΑΣ - Η ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΟΥ

Ο ιερός βράχος της Ακροπόλεως

Ο Φειδίας επιβλέπει την ανέγερση του Παρθενώνα
Τα αετώματα

Το εσωτερικό του ναού - Το άγαλμα της θεάς Αθηνάς
Η προσέλευση στον ναό
Η ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΟΥ ΠΑΡΘΕΝΩΝΑ 



ΛΙΓΑ ΓΕΝΙΚΑ ΛΟΓΙΑ

Οι ζωγράφοι που θα ασχοληθούμε όλη τη χρονιά και  που θα "ζωντανέψουμε" τα έργα τους κατά τη διάρκεια της γιορτής λήξης είναι:

Ο Θεόφιλος Χατζημιχαήλ γνωστός απλά σαν Θεόφιλος, γεννήθηκε στη Βαρειά της Λέσβου, μεταξύ του 1867 και 1870. Ο Θεόφιλος πέθανε στις 24 Μαρτίου του 1934, πιθανότατα από τροφική δηλητηρίαση ή ανακοπή καρδιάς.  

Θεόφιλος

Ο Νίκος Χατζηκυριάκος - Γκίκας  γεννήθηκε στην Αθήνα στις 26 Φεβρουαρίου 1906. Πατέρας του ήταν ο καταγόμενος από τα Ψαρά αξιωματικός του Βασιλικού Ναυτικού Αλέξανδρος Χατζηκυριάκος. Μητέρα του η Ελένη Γκίκα, της γνωστής οικογένειας Γκίκα, η οποία είχε εγκατασταθεί στην Ύδρα. Πέθανε στην Αθήνα, στο σπίτι του στη οδό Κριεζώτου, στις 3 Σεπτεμβρίου 1994.

Χατζηκυριάκος - Γκίκας
Ο Νίκος Εγγονόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα τον Οκτώβριο του 1907. Ήταν καθηγητής του Ε.Μ. Πολυτεχνείου, ζωγράφος, σκηνογράφος και ποιητής. Πέθανε το 1985 από ανακοπή καρδιάς και η κηδεία του πραγματοποιήθηκε δημοσία δαπάνη στο Α΄ Νεκροταφείο της Αθήνας. Το έτος 2007 ανακηρύχθηκε από τον καλλιτεχνικό κόσμο της χώρας ως "Έτος Ν. Εγγονόπουλου".

Εγγονόπουλος
Ο Γιάννης Γαΐτης  γεννήθηκε στην Αθήνα στις 4 Μαρτίου 1923. Ήταν ζωγράφος, χαράκτης και γλύπτης. Ο πατέρας του ήταν Κυκλαδίτης και η μητέρα του Πελοποννήσια. Το 1967 παρουσίασε για πρώτη φορά τα "Ανθρωπάκια", το χαρακτηριστικό γνώρισμα του έργου του. Πέθανε τον Ιούλιο του 1984.

Γαΐτης
Ο Αλέκος Φασιανός  γεννήθηκε στην Αθήνα το 1935. Ασχολήθηκε επίσης με τη χαρακτική, τον σχεδιασμό αφισών, καθώς και τη σκηνογραφία. Από το 1974 ζει και εργάζεται στο Παρίσι και την Αθήνα
Φασιανός
Ο Γιώργος Σταθόπουλος γεννήθηκε το 1944 στην Καλλιθέα (Πραστοβά) Τριχωνίδας. 'Εχει εικονογραφήσει και σειρά βιβλίων, εξώφυλλων φωνογραφικών δίσκων και αφισσών. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα.
 
Σταθόπουλος